Δεκατρείς καλικαντζάροι
ξεσαλώσαν μια βραδιά
ήπιαν τέσσερα ποτάμια
με ανέρωτα πιοτά.
Τις καρδιές να λαγαρίσουν
απ’ αγάπη κι ενοχές
πριν του κόσμου τα θεμέλια
ροκανίσουν με φωτιές.
Μες στο μέλι κολυμπήσαν
στων κυράδων τις ποδιές
ώσπου γλύκανε η θωριά τους
στρογγυλέψαν οι κοιλιές.
Σαν γεμίσαν το κεφάλι
και φωνάξαν τα βιολιά
το ροκάνισμα της ζήσης
γι’ άλλη ξέμεινε χρονιά.
Этот текст прочитали 284 раз.