Τα φύλλα είναι κόκκινα,
φύλλα του φθινοπώρου
κι η σαλαμάντρα αστραφτερή
και κάλτσα του διαβόλου.
Δεν τη χωράει ο Κίσσαβος,
δεν τη χωράει ο τόπος
κι αν της μιλάς για σύνεση
χαμένος πάει ο κόπος.
Αλεξάντρα, σαλαμάντρα, τι κακό είν’ αυτό!
Γιατί πήγες μ’ άλλον άντρα, παλιοκόριτσο;
Η σαλαμάντρα όταν κοιτά
τον ουρανό να βρέχει,
θυμάται την αγάπη της
που πια δεν την κατέχει.
Σπρώχνει το καστανόχωμα,
βγαίνει απ’ τη φωλιά της
και κει που ο κάπρος πλένονταν
σκορπά τα δάκρυά της.
Κίτρινα φοράς και μαύρα, μες στις ομορφιές
Αλεξάντρα, Αλεξάντρα πως με ξέχασες!
Этот текст прочитали 380 раз.