Μια βόλτα στα βαθιά μαζί σου
στην άκρη αυτής της νύχτας π’ αγρυπνά
στους άδειους κύκλους του καπνού τυλίξου
στη μυρωδιά της μέρας π’ αρχινά.
Ξοδεύτηκες στις αγορές και στα παζάρια τρέχεις
τα παραμύθια σου φτηνά, τον εαυτό σου δεν αντέχεις.
Περνάει καιρός κι εσύ ’σαι στο κλουβί σου
μια παγωμένη ανάσα σ’ ακουμπά
ποιος σου χρωστάει και ποια είναι η αμοιβή σου
τα ρέστα μη ζητάς κάθε φορά
Αυτοί που δραπετεύουν έμαθαν τι γυρεύουν,
οι άλλοι που ελπίζουν μάτια μου, τρώνε καιρό και βρίζουν
βρίζουν το διάολό τους, το άσχημο μυαλό τους,
αιώνιο βάσανό τους.