Στρατιώτες πάνω σ’ άρματα,
απ’ αντικρύ φερμένοι,
φτάσανε πριν χαράξει η αυγή
στην Κύπρο την καημένη.
Στον ύπνο δεν τη βρήκανε
μήτε και στο χωράφι,
μα να αδερφοσκοτώνεται
λουσμένη μες στο αίμα.
Άκου πως σκούζει τη προσφυγιά,
ελιά ξεριζωμένη
και δες η μαύρη μου καρδιά
κι αυτή στα δυο κομμένη.
Και από βαθιά σου φώναξε,
κατάρα στους φασίστες
κι ανάθεμα στους δυνατούς
που τους μικρούς παιδεύουν.
Этот текст прочитали 509 раз.