Έζησα τη ζωή μου ακούγοντας
ονόματα πρωτάκουστα.
Καινούργιους τόπους,
καινούργιες τρέλες των ανθρώπων
ή των θεών.
Η μοίρα μου που κυματίζει
ανάμεσα στο στερνό σπαθί ενός Αίαντα
και μιαν άλλη Σαλαμίνα,
μ’ έφερε εδώ σ’ αυτό το γυρογιάλι.
(ΑΠΑΓΓΕΛΛΕΙ Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΕΡΤΗΣ)
Μεγάλος πόνος είχε πέσει στην Ελλάδα.
Τόσα κορμιά ριγμένα στα σαγόνια της θάλασσας,
στα σαγόνια της γης. Τόσες ψυχές
δοσμένες στις μυλόπετρες, σαν το σιτάρι.
Κι οι ποταμοί φουσκώναν μες στη λάσπη το αίμα
για ένα λινό κυμάτισμα, για μια νεφέλη,
μιας πεταλούδας τίναγμα, το πούπουλο ενός κύκνου,
για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη.