Λίτσα Σακελλαρίου - Ήταν Τρίτη Тексты

Περάσανε δυο χρόνια, δυο χρόνια κι έξι μήνες
σαράντα πέντε μέρες και δέκα έξι ώρες.
Περάσαν τρεις χειμώνες με παγωνιές και μπόρες
κι ακόμα σε θυμάμαι με όλες μου τις μνήμες.

Ήταν Τρίτη δεκαπέντε του Απρίλη
ώρα επτά, μα είπες το ρολόι τρέχει.
Στις επτά κι δέκα περάσανε δυο φίλοι
κι όταν έφυγαν αρχίνησε να βρέχει.

Στις επτάμιση σταμάτησε η μπόρα
κι αχνοφάνηκε στον ουρανό μια αχτίδα.
Στη γωνιά κάποιος ερώτησε την ώρα
κι αυτή ήταν η στερνή φορά που σ’ είδα.

Ανάπαυση δε βρίσκει τις νύχτες το κορμί μου
μετρώ, ξανά μετράω τα περασμένα λόγια.
Για μένα δεν υπάρχουν στον τοίχο ημερολόγια
σ’ εκείνη την ημέρα σταμάτησε η ζωή μου.

Ήταν Τρίτη δεκαπέντε του Απρίλη
ώρα επτά, μα είπες το ρολόι τρέχει.
Στις επτά κι δέκα περάσανε δυο φίλοι
κι όταν έφυγαν αρχίνησε να βρέχει.

Στις επτάμιση σταμάτησε η μπόρα
κι αχνοφάνηκε στον ουρανό μια αχτίδα.
Στη γωνιά κάποιος ερώτησε την ώρα
κι αυτή ήταν η στερνή φορά που σ’ είδα.
Этот текст прочитали 244 раз.