Λευτέρης Μουρτζάκης - Μετανάστης Тексты

Στη γέφυρα που βρέθηκα χίμηξε ιο ποτάμι,
νερά σταχτιά και πράσινα με πήραν στο βυθό,
δυο καλοτάξιδα κλαδιά που `φταναν ως εδώ,
στάθηκαν, πιάστηκα, δεν ήταν να χαθώ.

Με το φως αγκαλιά θα ριχτώ ξανά στου ήλιου τα φιλιά.

Σε κάποιαν όχθη αφύλαχτη, μαίανδροι με τραβάνε,
σιωπές και κελαηδίσματα το βήμα μου οδηγούν
και με τ’ αγιάζι απ’ το βουνό στα δέντρα αχολογούν,
μια κοντά, μια μακριά, τα φίδια του καημού.

Με το φως στην καρδιά θα τα βρω ξανά του κόσμου τα κλειδιά.

Μοιάζει ο τόπος με θεριό προτού το καμακώσουν,
κι εγώ αλαφροΐσκιωτος στον άγραφο καιρό,
ένα γαλάζιο, φεγγερό σημάδι, κυνηγώ,
σαν στοιχειό άγρυπνο, σαν όνειρο ακριβό.

Με το φως στα μαλλιά θ’ ανεβώ σε μιας πατρίδας τα σκαλιά. ( x3 )
Этот текст прочитали 236 раз.