Στη Σομαλία τα παιδιά
λουλούδια μου απότιστα
κρέμονται από στεγνά βυζιά
Στην Κολομβία τα παιδιά
αστέρια μου αφώτιστα
πορνεύουν άγουρα κορμιά
Μάτια μου κάρβουνα ζεστά
όταν η νύχτα ξενυχτά
στα μάτια με κοιτάζουν
τον ύπνο μου ντροπιάζουν
Τη βολεμένη μου ζωή
καρφώνει αυτή η παρεμβολή
και με χλευάζει
για τόσα τσάμπα σ’ αγαπώ
για όλα τ’ ανόητα που ζω
και με δικάζει
Μη μιλάτε
η ήσυχη ζωούλα μας κοιμάται
μη μιλάτε
μη μιλάτε
ο δικός μας ο Θεός
είν’ ανώτερος Θεός
μη μιλάτε
μη μιλάτε
Στη Βραζιλία τα παιδιά
της φτώχειας αγριοβλάσταρα
τα πετσοκόβουνε σκυλιά
Και στη Βοσνία τα παιδιά
μαύρα αετοπερίστερα
ζουν στου θανάτου την κοιλιά
Μάτια μου κάρβουνα ζεστά
όταν η νύχτα ξενυχτά
στα μάτια με κοιτάζουν
τον ύπνο μου ντροπιάζουν
Του ονείρου μου τη διαδρομή
φρενάρει η αθώα τους κραυγή
σαν πλησιάζει
κάτι μου σφίγγει το λαιμό
μου ανατινάζει το μυαλό
με κομματιάζει
Μη μιλάτε
η ήσυχη ζωούλα μας κοιμάται
μη μιλάτε
μη μιλάτε
ο δικός μας ο Θεός
είν’ ανώτερος Θεός
μη μιλάτε
μη μιλάτε