Αχ, ξανθιά γαλανομάτα με τα μάγουλα τ’ αφράτα,
τι μου έκανες, μικρό μου και σε βλέπω στ’ όνειρο μου.
Είσαι μια διαβολεμένη, μου ‘χεις την καρδιά καμμένη,
μου ‘χεις την καρδιά καμμένη, είσαι μια διαβολεμένη.
Πονηρή γαλανομάτα, να με τυραννάς σταμάτα,
τι σου φταίω και κακιώνεις κι όλο θες να με πεισμώνεις.
Είσαι μια διαβολεμένη, μου ‘χεις την καρδιά καμμένη,
μου ‘χεις την καρδιά καμμένη, είσαι μια διαβολεμένη.
Της αγάπης σου πια θύμα μ’ έχεις κάνει κι είναι κρίμα,
δως το λόγο σου ξανθιά μου, ότι θα γινείς δικιά μου.
Είσαι μια διαβολεμένη, μου ‘χεις την καρδιά καμμένη,
μου ‘χεις την καρδιά καμμένη, είσαι μια διαβολεμένη.
Μην ακούς πια τη μαμά σου, άκου μόνο την καρδιά σου,
έλα γρήγορα κοντά μου, έλα μεσ’ στην αγκαλιά μου.
Είσαι μια διαβολεμένη, μου ‘χεις την καρδιά καμμένη,
μου ‘χεις την καρδιά καμμένη, είσαι μια διαβολεμένη.