Μπαχτσέ τσιφλίκι και αραλίκι
στη θάλασσα την κουρασμένη
φτωχό και λίγο το χαρτζιλίκι
και όμως ζούμε ερωτευμένοι
Σαούλ Μοδιάνο κι όλα τα φτάνω
σ΄ένα σκαμπό ανεβασμένος
μ΄ένα ουζάκι εκεί επάνω
φωτιά ο νούς ο μεθυσμένος
Κι όταν η πόλη αυτή νυστάζει
ποιος διάολος να με κολάζει
κι όταν η πόλη αυτή κοιμάται
ποιος θα ΄χει μείνει θα ΄χει μείνει να θυμάται
ποιος θα ΄χει μείνει θα ΄χει μείνει να θυμάται
Στη Νέα Κρήνη ποιος να με κρίνει
για ό,τι έχω εγώ γραμμένο
ό,τι κι αν ζούμε πάει και σβήνει
σαν τσιγαράκι τελειωμένο
Πάνω στα κάστρα για δες τα άστρα
πως ρίχνουν φως στην πολιτεία
μ΄ένα φιλί σου φοράω τ’ άσπρα
κι ας το χρεώσουν για αμαρτία
Κι όταν η πόλη αυτή νυστάζει
ποιος διάολος να με κολάζει
κι όταν η πόλη αυτή κοιμάται
ποιος θα `χει μείνει θα ΄χει μείνει να θυμάται
ποιος θα ΄χει μείνει θα ΄χει μείνει να θυμάται.