Καραβάκι τσακισμένο
μεσ’ τον Άδη άραξε
και ο χάρος το καημένο
απ’ το χέρι μ’ άρπαξε
Και με ρώτησε: για πες’ μου
πού’ ναι ο λοστρόμος σου
Καπετάνιο εσύ δεν έχεις
και μας ήρθες μόνος σου
Κάποιο βράδυ μεσ’ τ’ αμπάρι
σαν πουλί με κλείσανε
Το βουλιάξαν το καράβι
κι’ έτσι δα πλουτίσανε
Και ο χάρος λυπημένος
χάιδευε τα χέρια μου
και μου είπε μη σε νοιάζει
γράφουν τα τεφτέρια μου
Этот текст прочитали 333 раз.