Κοίτα τον ήλιο πορφυρό στην θάλασσα βουτάει
Κι η Γιάφα φωτισμένη, φοινικιά που γέρνει
στην Μεσόγειο να πλυθεί
Κύματα αφρισμένα, κιλίμια απλωμένα
στην απέραντη ακτή
Ναργιλέδες, φερετζέδες, οι γυναίκες στολισμένες
Βρέχει τα πόδια της στο κύμα η λαγγεμένη ανατολή
Πουλιά πετούν στον ουρανό, σύννεφα στο βάθος
Κι η Γιάφα φωτισμένη την νύχτα περιμένει
με βόλτες στην παραλιακή
Πέφτει το σκοτάδι, της υγρασίας χάδι,
φεγγάρι στην ανατολή
θυμωμένο, πονεμένο, διωγμένο, σκοτωμένο
Φεγγάρι κόκκινο βαμμένο βγαίνει απ’την ανατολή
Η υγρασία είναι βαριά, βαριά κι η ιστορία
Φέτα γης κομμένη περιμένει
με θυσίες κι απειλές
Χώρα φορτισμένη, οροθετημένη
από πρόσφυγες κατακτητές
Θυμωμένο, πονεμένο, διωγμένο, σκοτωμένο
Φεγγάρι κόκκινο βαμμένο βγαίνει απ’την ανατολή