Κική Δημουλά - Βαθεία αύλαξ Тексты

Καληνύχτα...

Με κούρασε πολύ η Κυριακή.
Πολλή Κυριακή για έναν άνθρωπο.
Με κούρασε κι αυτός ο γάμος «στις οκτώ»,
ο λόγος ο αμετάφραστος έσονται εις σάρκαν μίαν-
κορίτσι πάλι η σκέψη, καί ταξίδευε
μ’ άσπρα άνοιχτά σεντόνια.

Κι ύστερα όλ’ αυτά τα Κολωνάκια που κατέληξα
μεγάλωσαν την κούραση.
Μπορεί να έφταιγε ο καιρός,
κάτι σαν φθινοπωρινός
και λίγο σαν χαμένος.
Μπορεί να φταίξανε
οι νέες και οι έφηβοι.
Ως σημαιούλες υπερχρόνου εορτάζοντος
περνουσαν, όπως περνούσα κάποτε,
και με κούρασαν.

Άλλα κι αυτά των κυριών τ’ άρρωστα μάτια-
τα μάτια αρρωσταίνουνε βαριά
όταν θέλουν να δουν τι είναι πίσω από άλλα μάτια.
Είδα να `χουν πιαστεί σε κάποιο δίχτυ νοσταλγίας
που το τραβούσαν σκοτεινοί στην πρόθεση ψαράδες-
καιροί άλιεΐς.

Αδιέξοδες κυρίες...
Είδα, όπου πηγαίνει ή ώρα τους, να βρέχει.

Εκείνο το εις σάρκα μίαν
ακόμα δε μου επέστρεψε τη σκέψη-
κορίτσι ακόμα η σκέψη, ταξιδεύει
μ’ άσπρα ανοιχτά σεντόνια.
Αλλού εγώ κι αλλού η σκέψη,
μεγάλη πάντα κούραση.
Με κούρασε πολύ αυτό το "πάντα".

Κάποιος μιλάει δίπλα μου για ασκήσεις, θαρρώ
"βαθεΐα αύλαξ" λέει.
Ναι. Βαθεία αύλαξ.
Καληνύχτα.

Πικρίζει ο Λυκαβηττός μέσα στο βλέμμα.
Με κούρασε πολύ αυτή η γεύση,
κι αυτά τα δέντρα που βαδίζουν μόνα τους
κάτω από φυλλορροημένες συναντήσεις.

Καληνύχτα.
Πολλή Κυριακή για έναν άνθρωπο.
Ένα σκληρό χαμόγελο στο πρόσωπο του κόσμου.
Με κούρασε πολύ το πρόσωπο του κόσμου.
Κι εσύ να είσαι ένα ποτήρι
στο πάνω πάνω ράφι
που δε φτάνω.
Этот текст прочитали 293 раз.