Αυτός ο κύριος που με προσπέρασε
ψυχρός και αδιάφορος,
ήταν ο έρωτας ο πιο μεγάλος μου
κι ο πιο παράφορος.
Έκανα τρέλες
και θυσίες για χατήρι του
κι ήπια την πίκρα και τον πόνο
απ’ το ποτήρι του.
Κι όμως χαλάλι του, χαλάλι του, χαλάλι του,
ένιωσα κι όμορφες στιγμές στο προσκεφάλι του.
Και τα ξενύχτια και οι θυσίες μου χαλάλι του
κι ας τονε χαίρεται η αγάπη τώρα η άλλη του.
Αυτός ο κύριος που προσποιήθηκε πως δε με γνώριζε
έλεγε κάποτε ότι θα πέθαινε αν θα με χώριζε
κι αυτός ο ίδιος το όνειρό μου το τσαλάκωσε,
το πρόσωπό μου με ρυτίδες μου τ’ αυλάκωσε.
Κι όμως χαλάλι του, χαλάλι του, χαλάλι του,
ένιωσα κι όμορφες στιγμές στο προσκεφάλι του.
Και τα ξενύχτια και οι θυσίες μου χαλάλι του
κι ας τονε χαίρεται η αγάπη τώρα η άλλη του.