Θυμάμαι, έναν σκύλο να τρέχει
δεν φοβάμαι, έλεγα δεν είμαι μόνος
όλα μοιάζαν, σαν να είχανε ξανασυμβεί
Κι αναρωτιόμουν, αυτός ο σκύλος δεν ξέρει τι συμβαίνει
κι όμως πρώτος πηγαίνει, που `ναι οι άλλοι;
θα `μειναν κάπου μες την βουή
Είχε φωτιές στους δρόμους και συνθήματα
χιλιάδες οι φωνές να αντέξουν τις πληγές
Σε μια μάχη άνιση θωλή, του κόσμου οι αρχηγοί
να γίνουν πιο μικροί
Λοιπόν δεν ξέρω, στ’ αλήθεια που θα μας βγάλει
αυτό το χάλι, λεν πως το φτιάξανε άλλοι
μα βλέπω ανθρώπους, στην μάχη να `χουν παραιτηθεί
Και λέω ως πότε, θα καβαλάει το καλάμι το ίδιο συνάφι
και θα φορτώνει έναν κόσμο, ωραίο κόσμο
με τη μιζέρια και την ανοχή
Είχε φωτιές στους δρόμους και συνθήματα
χιλιάδες οι φωνές να αντέξουν τις πληγές
Σε μια μάχη άνιση θωλή, του κόσμου οι αρχηγοί
να γίνουν πιο μικροί
Этот текст прочитали 213 раз.