Το φως περνούσε απ’ τα τοιχώματα,
σαν μέσα σ’ όνειρο διαθλάτοταν σε χρώματα.
Μεσ’ στο κουκούλι του είχαν πει πως θα κοιμάται.
Όμως θυμάται:
Θυμάται κάποιο καλοκαίρι
προτού καεί ο ουρανός από τ’ αστέρι
σ’ ένα λιβάδι κόκκινο απ’ τις παπαρούνες,
τις πεταλούδες.
Στην κόκκινη αρένα
χιλιάδες σαν και μένα
κοιμούνται στο κουκούλι
ελεύθεροι και δούλοι
Этот текст прочитали 291 раз.