Φάντασμα - Ανάθεμα Тексты

Καμιά φορά όταν περπατάω μονάχος στο δρόμο
την ώρα που ο Μορφέας φέρνει βόλτες στον κόσμο
γίνομαι ένα με σκιές, κοροϊδεύω το φως
ένα παιχνίδι που έχω μάθει από μικρός.
Είμαι και εγώ ένα κομμάτι απ’ αυτό που κάποιος είπε παρακμή
μιας στιγμή στο σκοτάδι
μια ζωή, ένα βράδυ
ανάθεμα την ώρα που θα φύγει το ριμάδι.
Μοιάζει ξενέρωμα σε εμένα το ξημέρωμα
να πω θυσία το χθες ή αφιέρωμα
σε εκείνους που διαλέξανε τη μέρα να κοιμούνται
όταν ξυπνάνε ή όσοι μάθαν να λυπούνται.
Στα μέρη εδώ τα σκοτεινά τα ξεχασμένα
όσα πρωτάκουσες είναι χιλιοτραγουδησμένα
τα `χω χεσμένα αυτά που ονόμασες καλά
αυτά που βάφτισες μεγάλα κι όσα νόμιζες μικρά.
Όλα που χρόνια τώρα του καλού του κόσμου
δικαιολογία έχουν γίνει άλλη μια δώσ’ μου
να σιχαθώ για τα καλά ότι λαμπρό
και στα φαντάσματα παλιόφιλους να βρώ.

Ανάθεμα την ώρα που ζήλεψα χαρά
κι έχασα τα λόγια μου για πρώτη φορά
γελάστηκα απ’ τα φώτα, τη γιορτή
και σβήσαν όλοι οι στίχοι απ’ το χαρτί.
Ανάθεμα την ώρα που γνώρισα το φως
μου λείπουνε τα βράδια που χαλιόταν ο Θεός
γυρνούσαμε αλητεύοντας τι ωραία
με τα φαντάσματα παρέα.

Ανάθεμα την ώρα, κατάρα την στιγμή
που μ’ έπιασες μαλάκα παρακμή
γιατί δεν πίστευα ότι γούσταρες τα φωτεινά
κι ονειρευόμουνα να γυρίσεις στο σκοτάδι ξανά.
Εκεί που ανήκεις, απ’ ότι λένε οι παλιοί
μα έλα που τώρα δεν υπάρχουν πια τρελοί
είναι οι μέρες τέτοιες, τόσο διαφορετικές
μασκαρευτήκανε και φαίνονται πιο βολικές.
Που `ναι τα χρόνια που μου θυμίζουν οι μύθοι
γλυκανάλατο η ζωή μας παραμύθι
κι αυτό ότι βλέπω στραβά, δε θέλω εντάξει νά `μαι
τα μάτια από τα φώτα πονάνε, αλλού κοιτάνε.
Γουστάρω νύχτα δε φοβάμαι την γκίνια
την κακιά την στιγμή, την μόρα, την αραθυμιά
γουστάρω κρύο, δε με χαλάει το φευγιό
όσα και να `ναι το σκοτάδι προτιμάω για στοιχειό.
Όταν βραδιάζει κάπου εκεί θα με βρείς
η Βαβυλώνα δε θα αφήσει να βιαστείς, να χαρείς
απόψε φίλε τα φώτα μη σβήσεις
σα φάντασμα απ’ το παρελθόν θα σου `ρθω μ’ αναμνήσεις.
Этот текст прочитали 299 раз.