Οι σχέσεις μας αλλάξανε, πληθύναν μα δε φτιάξανε
ένα παράπονο στα χείλη του καθένα
και μία γκρίνια από το βράδυ ως το πρωί
Αναρωτιόμαστε συνέχεια το γιατί
μας προσπερνούν αδιάφορα τα τρένα.
Οι νότες μας σκουριάσανε και οι λέξεις μας κομπιάσανε
δεν ακουμπάνε την ψυχή μας όπως πρώτα
ούτε φωτίζουν την αλήθεια όπως παλιά
μονάχα υπάρχουν σαν τα έρημα χωριά
κι αν δεν πιστεύεις, τον εαυτό σου ρώτα.
Όσα είδα κι όσα άκουσα, όσα φύγουν κι όσα θα `ρθουν
όσα δε θα ξαναφτάσω και για όσα θα χαθούν
όσα είδα κι όσα άκουσα, δε μου φτάνουν πια γιατί
τώρα δες εγώ μεγάλωσα και δεν είμαι πια παιδί.
Οι δρόμοι μας μπερδεύτηκαν κι οι φίλοι λογικεύτηκαν
καταναλώνονται σε άσκοπα ξενύχτια
Ο χρόνος φεύγει βιαστικός και δε ρωτά
κι αντί να πάρουν τη ζωή στα σοβαρά
σημαία έκαναν και λύση τη συνήθεια.