Διονύσης Σαββόπουλος - Μια φορά σ΄ αυτή τη ζήση Тексты
Και ξαφνικά ξυπνάς
κι ανάβει ο καραγκιόζ μπερντές.
Και ξαφνικά ξυπνάς
κι ακούγονται ακατάληπτες κουβέντες.
Και ξαφνικά ξυπνάς
ενώ σε φέρνουν με μια Μερσέντες.
Και ξαφνικά ξυπνάς
στην πισίνα και σου βγαίνει
μία σύζυγος ξένη.
Και εξίστασαι ειπείν σεαυτώ:
«Μα πώς βρέθηκα εδώ;»
Τρέχει ο καιρός, περνάει
κι όμως κάτω απ’ το γκαζόν
τρέχει ο καιρός, περνάει
παφλασμός πολλών νερών.
Μέσα στο πένθιμο μωβ
το χρυσάφι έχει καεί
κι ανάβει για μια στιγμή
η σπηλιά με την πηγή.
Και ρωτάς τον καλό σου εαυτό:
«Πού πηγαίνει από δω;»
Και ρωτάς τον καλό σου εαυτό:
«Τι απέγινε το όχημα;»
Κι από μέσα μιλάει μια φωνή:
«Πού είν’ το σπιτάκι μου, πού είν’ το παχνί;»
Και μετά ξαναλέει η φωνή:
«Πού είναι η γυναίκα μου η αληθινή;»
Τρέχει ο καιρός, περνάει
κι όμως κάτω απ’ το γκαζόν
η γαλανή φυσάει
το αρχαίο της ακορντεόν.
Μια φορά σ’ αυτή τη ζήση
ο βυθός να φωτίσει
έστω για μια στιγμή
να `ναι τζάμι και γυαλί.
Same as it ever was.
ίδια όπως ήτανε
Same as it ever was.
ή όπως ανέκαθεν
Same as it ever was.
Νυν και αεί, θα πει
Same as it ever was.
Νυν και αεί θα πει.
Υδάτων η καταπόντισις
υδάτων και η πλοήγησις...
Πολλών υδάτων γέμει ο ωκεανός.
Βάθυνε τον ωκεανό σου!
Απλώσου, απλώσου, απλώσου!
Τρέχει ο καιρός, περνάει
κι όμως κάτω απ’ το μπετόν
τρέχει ο καιρός περνάει
παφλασμός πολλών νερών.
Στη γαλανή ξανά
στα νερά τα φωτεινά
κάτω από ρόδες και σασμάν
στη λαλέουσα παγάν.
Τρέχει ο καιρός, περνάει
κι όμως κάτω απ’ το μπετόν
η αμμουδιά κρατάει
το αχανές των θαλασσών.
Στη γαλανή ξανά
στα νερά τα μακρινά
κάτω από ρόδες και σασμάν
στη λαλέουσα παγάν.
Και ρωτάς τον καλό σου εαυτό:
«Αυτό το σπίτι, τι να σημαίνει;»
Και εξίστασαι:
«Η λεωφόρος, πού να πηγαίνει;»
Και εξίστασαι ειπείν σεαυτώ·
«Βαδίζω σωστά; βαδίζω στραβά;»
Κι από μέσα η φωνή επαυξάνει·
«Θεέ μου, τι έχω κάνει!»
Τρέχει ο καιρός, περνάει
κι όμως μια γλυκιάν αυγή
κάτι τον σταματάει
Παρελαύνει υπό την γη
η πομπή των υδάτων,
των ζειδώρων ναμάτων.
Στέκει ο καιρός ορθός,
καταυγάζεται ο βυθός.
Τρέχει ο καιρός, περνάει
απροσδόκητη αυγή
Κάτι τον σταματάει·
η αρχαία πληγή.
Μες στης πληγής το φως
τα νομίσματα σκορπούν
και θησαυρίζει υπό την γη
η ζωοδόχος πηγή.
Same as it ever was.
ίδια όπως ήτανε
Same as it ever was.
ή όπως ανέκαθεν
Same as it ever was.
Νυν και αεί, θα πει
Same as it ever was.
Νυν και αεί θα πει.
Τρέχει ο καιρός περνάει (Same as it ever was)
– ίδια όπως ήτανε
Κάτι τον σταματάει (Same as it ever was)
– όπως ανέκαθεν
Η πομπή των υδάτων (Same as it ever was)
– νυν και αεί θα πει
Στέκει ο καιρός ορθός (Same as it ever was)
– νυν και αεί θα πει
Τρέχει ο καιρός περνάει,
απροσδόκητη αυγή
κάτι τον σταματάει
Παρελαύνει υπό την γη
η πομπή των υδάτων,
των ζειδώρων ναμάτων,
Στέκει ο καιρός ορθός,
καταυγάζεται ο βυθός...