Περίμενα τη νύχτα να μιλήσω,
την ώρα που σαν άγγελος η μοναξιά μου
στρώνει αλήθειες ανάμεσα στα πράγματα,
κι ο χρόνος καθαρός, διαλέγει τα φεγγάρια.
Ο μύθος των ματιών σου είναι το άλλο καλοκαίρι
που γίνεται τραγούδι του βοριά.
Ο άλλος μύθος της καρδιάς μου
θα κόψει τα νερά απελπισμένα,
ανήμερα γιορτής της νήσου Σαντορίνης.
Επανάλαβε το ρήμα "νερό" στους χρόνους του ονείρου
και σε όλες τις εγκλίσεις του θαύματος,
ώσπου να γίνω φως, βαθύ, στο βάθος της σκηνής,
στον άκτιστο κόσμο των χρωμάτων.
Όταν φύγεις, μην τρομάξεις τα πουλιά,
τράβηξε γερά τον ουρανό, να μετρώ τη νύχτα σαν πατρίδα
και κλείσε καλά τη θάλασσα μην κόψει το νερό
και πιάσει βροχή κι άμαθος στη μοναξιά γλιστρήσω και πνιγώ.