Διαλεκτή Βερτζάγια - Ένα dark horse από μια πόλη του βορρά Тексты

Δε στέριωσα σε καμιά δουλειά
κι οι φίλοι μου έχουνε χαθεί
την πόλη μου κόρη του βορρά
ήλιος ζεστός δεν την έχει δει.

Μες στους δρόμους της μόνος περπατώ
και με σπρέη στους τοίχους που αγαπώ
ζωγραφίζω πρόσωπα γελαστά,
κόκκινες καρδιές, άστρα και πουλιά.

Εγώ που δε μένω σε ρετιρέ
στην παράγκα ενός καραγκιόζ μπερντέ
δίπλα στο σαράι της μοναξιάς
στοίβαξα στιγμές λύπης και χαράς.

Τ’ αμάξι μου είναι μια σταλιά
παιχνίδι σε χέρι παιδικό
και πάντοτε λίγα τα λεφτά
και τ’ αύριο όνειρο θαμπό.

Όμως βρέθηκες μπροστά μου
και του έρωτα το φως
μες στα κόκκινα μαλλιά σου
βρήκα ο φτωχός.

Και τα χείλη μου που λέξεις
δύσκολες δε θα τα βρουν
με φιλιά όταν τα βρέξεις
"σ’ αγαπώ" θα πουν.

Σαν το δέντρο μεγαλώνεις
μες στην πόλη έτσι, απλά
φύλλα και κλαριά απλώνεις
πίνεις παγωνιά.

Ένιωσα με το που σ’ είδα
πόσο μοιάζουμε κι οι δυο
στο γυμνό κορμί σου βρήκα
τ’ άλλο μου μισό.

Απ’ τα κόκκινα μαλλιά σου
κι από κόκκινο φιλί
πήρε χρώμα η ζωή μου
η ασπρόμαυρη.

Μα ένιωσα τον έρωτά σου
για τους ώμους μου βαρύ
και τα κόκκινα φιλιά σου
κοφτερό γυαλί.

Κι έφυγα για κάποια χώρα
θυγατέρα του φωτός
κι ήταν της φυγής η ώρα
λυτρωμός πικρός.

Σ’ ένα μέρος δίχως δέντρα,
δίχως άνθη και νερό
βρήκα πάνω σε μια πέτρα
γέροντα σοφό.

Τι κι αν ήταν διψασμένος,
σκονισμένος και τρελός
μου `πε εμένα που `μουν ξένος
"είσαι τυχερός".

Κι έφυγα από τη χώρα
θυγατέρα του φωτός
πάντα η πιο γλυκιά η ώρα
είν’ ο γυρισμός.

Με περίμενες αυγούλα
σε λιμάνι βορινό
κούναγες μια σημαιούλα
κι είπες "σ’ αγαπώ".

Είμ’ ένα Dark Horse σε δάσος
που δεν έχει ξέφωτα
λεύτερος μέσα στο πάθος
κάποιου έρωτα.

Δε στέριωσα σε καμιά δουλειά
μα στέριωσα σε μιαν αγκαλιά
τ’ αμάξι μου είναι μια σταλιά
μα θα σε πάρει πολύ μακριά.
Этот текст прочитали 291 раз.