Του Κυριάκου το γαϊδούρι
το `χαν όλοι τους για γούρι,
σαν γυρνούσε στο παζάρι
το `χαν για κρυφό καμάρι.
Με κουδούνια στολισμένο,
λαχανίδα φορτωμένο,
μες στις γειτονιές γυρνούσε,
ταλαράκια οικονομούσε.
Το είχε σαν μικρό παιδάκι
και γι’ αυτό το `χει μεράκι.
Του το σφάξαν ένα βράδυ
για μοσχάρι στο σκοτάδι.
του το σφάξαν ένα βράδυ
με την πείνα την μεγάλη.
Τώρα μοναχός στους δρόμους
τα καλάθια του στους ώμους
διαρκώς παντού κοιτάζει,
το γαΐδούρι του φωνάζει.
Этот текст прочитали 313 раз.