Δημήτρης Αρναούτης - Το άγνωστο σπίτι Тексты

Στο άγνωστο σπίτι, στην μέση του πουθενά
που ο αέρας σφυρίζει στην θολή γειτονιά
η θάλασσα υπάρχει μα δεν την βλέπει κανείς,
δεν υπάρχει γνωστός, ούτε καν συγγενής.
Μ’ έναν άγγελο δίπλα να γελάει δυνατά,
και να χαρίζει ματιές στων μπαρ τα ποτά.
Κάτι υπόγειοι τύποι μες στο υπόγειο φως
και στο άγνωστο σπίτι παραφυλάει σκοπός.
Έξω απ’ το άγνωστο σπίτι περνάν φορτηγά,
τα φανάρια έχουν σβήσει, μα αυτή μ’ οδηγά
στο μυστήριο πάρτυ, στην μυστήρια γιορτή,
ζαλισμένη ψιθυρίζει, στον ώμο γυρτή.
Τα λουλούδια φυτρώνουν, κάνουν μαγικά,
αφιλόξενοι γέροι σε παλιά αρχοντικά.
Το φεγγάρι ξαπλώνει και ξερνάει λυγμούς,
έξω απ’ το άγνωστο σπίτι μετράω τους σφυγμούς.
Στο άγνωστο σπίτι η σιωπή κυβερνά,
δυο τσιγάρα αναμμένα παντοτινά,
μια αραχνιασμένη ντουλάπα, αρχαία κι υγρή,
το υπέρτατο σκότος, το βαθύτερο γκρι.
Το κορμί της ορθώνει, στο ημίφως σκιά,
ανοιχτή μια οθόνη παλιά και γριά.
Ο άγγελος τρεκλίζει και παραπατάει,
μες στο άγνωστο σπίτι η έκσταση νικάει.
Έξω απ’ το άγνωστο σπίτι γαβγίζουν σκυλιά,
ο Θεός ξεφαντώνει μα δεν βγάζει μιλιά.
Στην αυλή, στο μπαλκόνι, στην μπροστινή την μεριά
με μια ανάσα του σβήνει και τα δύο κεριά.
Τώρα έχει βραδιάσει στην μεγάλη οδό,
το χαμόγελο του αγγέλου δεν θα ξαναδώ.
Τώρα πληρώνω το κόστος της αιώνιας ποινής
και στο άγνωστο σπίτι δεν μένει πλέον κανείς.
Этот текст прочитали 81 раз.