Ένα φθινοπωρινό βραδάκι
ήπιανε κι οι δυο πικρό φαρμάκι
δώσανε με δάκρυα φιλιά
μεσ’ τη θλιβερή τη σιγαλιά
Έπρεπε να λείψει λίγο χρόνο
άλλωστε θα γύρναγε μια Κυριακή πρωί
τούτο είχε πει με πόνο
κι ήτανε η μόνη ελπίδα στη ζωή
Μια Κυριακή πρωί
του είπε πως θα `ρθεί
σαν πρώτα η αγάπη τους ν’ αρχίσει
μα πάει καιρός κι ακόμα να γυρίσει
Κι όταν κατάλαβε πως μάταια καρτερούσε
γιατί έναν άλλον ίσως τώρα ν’ αγαπούσε
προτίμησε να σκοτωθεί
μια Κυριακή πρωί
Этот текст прочитали 338 раз.