Απάνω στα ερείπια και κάτω απ’ τα μπαλκόνια,
θυμήθηκα τα νιάτα σου και ήρθα να σε βρω.
Σημαίες και οράματα ασπρίζουν με τα χρόνια
μου λες κοιτάζοντας αλλού,
σα να `μουν όραμα κι εγώ.
Ξεριζωμένες κι άστοχες, κακόγουστα αστεία
αλλάξανε στρατόπεδο οι λέξεις που ’χες πει.
Ηρωικός και πένθιμος μπρος στη συκοφαντία,
κρατάς ποιες άλλες μνήμες σου
θα σημαδέψουν οι καιροί.
Δεν είναι πια απόφαση, δεν είναι εξορία
να μου μετράς ανάποδα τα χρόνια που απομένουν
για το μεγάλο φονικό.
Στα πατημένα χώματα και στα ταχυφαγεία,
από το Λαύριο τα παιδιά πολύ νωρίς μαθαίνουν
να μη μιλάν με το θυμό,
να καταπίνουν τον καιρό.
Μέσα σε καλτ μεσαίωνα τα όχι μου μετράω
και τα χαράζω κάθετα στο άσπρο σου πανί.
Πολλά ακόμα μου χρωστάς, πολλά κι εγώ χρωστάω'
το δράμα που προβάλλεται
με θλίψη πως να πληρωθεί.
Δεν είναι πια απόφαση, δεν είναι εξορία
να μου μετράς ανάποδα τα χρόνια που απομένουν
για το μεγάλο φονικό.
Στα πατημένα χώματα και στα ταχυφαγεία,
από το Λαύριο τα παιδιά πολύ νωρίς μαθαίνουν
να μη μιλάν με το θυμό,
να καταπίνουν τον καιρό.