Κοιμηθήκαμε την αλμυρή μέθη
σε βαθιές βραχοσπηλιές
τυλιγμένοι υγρά θαλασσόχορτα
ανασάναμε τις θαλασσινές νύχτες
πλάι στον αγώνα της πέτρας
και του νερού
ύπνο σαν τα νερά, σαν την αφή
σαν άυλο αιθέρα
απο όνειρο μεστό
τα κύματα και τους ανέμους.
Κάψαμε τα καράβια μας
και χαρίσαμε στάχτη στη θάλασσα
κι ανταλλάξαμε θάλασσα
με μια χούφτα ασάλευτη γη
κάψαμε τα καράβια μας
και ριζώσαμε δέντρα στο χώμα
και ονειρευόμαστε.
Ασίγαστο μέλι
το παράπονο της παραλίας
η μυστική πίκρα της γης
το μεσονύχτι
στη σιγαλιά θρηνεί
το απαυδημένο αστέρι
κι οι άγγελοι που μ αγάπησαν
στα ουράνια αιώνια
νόστους βλέπουν.