Όπως έρχετ’ η πλήξη
το μυαλό να τυλίξει,
τον ιστό σου απλώνεις
σα γαλάζιο σεντόνι.
Νύχτα μεθυσμένη,
χλωροφορμισμένη,
μοιάζεις με γυναίκα - αράχνη.
Με στραβώνεις με φώτα,
μού αλλάζεις τη ρότα
και χαράζεις, με χάρη,
μια ρωγμή στο φεγγάρι.
Νύχτα μεθυσμένη,
χλωροφορμισμένη,
μοιάζεις με γυναίκα - αράχνη.
Μ’ έναν ήχο που λιώνει,
απαλά με κυκλώνεις,
με καλείς στον ιστό σου
να γευτώ το πιοτό σου.
Κάθε βράδυ, μέσ’ απ’ το σκοτάδι,
βγαίνει η γυναίκα-αράχνη.