Βαβυλώνα - Καμμένη γη Тексты

Low bap φωτιά μου σ’ ευχαριστώ.
Πήρες τους φλώρους μακριά και ήταν ότι πιο σωστό
Από νεογέννητο μωρό μέσα απ’τη κούνια σου στάθηκες
και φέρθηκες πιο αντρίκια απ’όσους δε φαντάστηκες
Όσοι έφυγαν νύχτα δε χρειάστηκες δεύτερη κουβέντα
Πρώτα λόγια σκληρά μα τη καρδιά κράτησες τέντα ανοιχτή
σαν το δρόμο που μας άνοιξες για να βρούμε γη καμμένη εκεί που άναψες
φωτιές, μηνύματα γύρω από τείχη και χτίσματα
που κρατάνε στα χτυπήματα
Βαρύ μαύρο χειμώνα όλοι περάσαμε
Βαβυλώνα, πολιορκημένη, ταμένη για πάντα κράτησες το λόγο σου
και πήρες στο λαιμό σου όλη τη μπάντα με το φόβο σου
Ζούνε και πεθαίνουν, απ’τα σύνορά σου βγαίνουν
χωρίς νόμους να μπορούν να παραβαίνουν
Μόνο πόνο, χωρίς μίσος καταδίκη φυλακή
που στην αρχή σε ξεγελάει με εικονική ζωή
Κάπου εκεί στη μιζέρια σου τη κληρονομική
κι εμείς εδώ ξανά σε μια καμμένη γη

Σαν ονειρεύσαι τρυπώνω και σου κλέβω το χρώμα
Τον ουρανό που κοιτούσες θα στον κάνω πληγή
Μια σου κουβέντα ακόμα και θα σου ράψω το στόμα
μ’όσα είχες πεί και μ’όσα είχες ορκιστεί
Τα είδαμε όλα όλα κι έναν αδερφό μας στο χώμα
που τον ξεχάσαν όσοι βρέθηκαν εδώ περαστικοί
Τι θα βγεί, θα κάτσω μέχρι το γιόμα
και την κατάρα στέλνω πίσω στην καμμένη γη

Άρρωστος νιώθω γίνομαι όνειρο κακό και τρυπώνω
Σου φέρνω λόγια παλιά, όρκους ματώνω
Ούτε φιλιώνω, ούτε πεισμώνω στον χρόνο
Τη φωνή μου σηκώνω δε μετανιώνω
Κατεβάζεις τα μάτια τρέμουν τα χέρια σου
Συννεφιάζουν η ψυχή και τ’ αστέρια σου
Χωρίς στον ήλιο μοίρα φύλα τα νώτα σου
Σε προδώσανε τα πάντα έξω απ’την πόρτα σου
Να ρίχνεις μια ματιά που και που
για καλό και για κακό απ’το πουθενά και στο παντού
Τα γράφουμε όλα στο χιόνι κι όποιος γλιτώνει
Άλλο ενα φάντασμα εδώ θα σε στοιχειώνει
Κι εγώ εδώ θα γελώ με πιο θολό το μυαλό μου
Άει στο καλό, με τον καημό τον παλιό μου
τον κρυφό μου, δε θα τον κάνω πληγή,
απλά μπροστά σου θα με βλέπεις σε καμμένη γη
Ήμουν εκεί απ’την αρχή, την επιτέλους αρχή
και έιδα πως φτιάχνεται σκαρί από το μηδέν σε μια εποχή
που αποχή κι απραξία συνθέτουν μόνο κανόνα
που ‘σπασε τότε ένας τρελός κι ονόμασε Βαβυλώνα
Ήμουν εκεί και τον πρώτο χειμώνα τον πιο βαρύ
και στον δεύτερο δυο χρόνια μετά
πρίν να προλάβει κανείς να χαρεί
πιο τυχεροί όσοι λακίσαν μπορεί
μα πιο μάγκες όσοι ζήσαν το τέλος, καμμένη γή
Φάντασμα, Μέθυσος, Σάτυρος, Πρίγκιπας και Πυροβάτης
οι πρώτοι κάτοικοι μιας πόλης που ο χάρτης ξέχασε,
θέμα περηφάνειας και μαγκιάς
για όσους θυμούνται τη φυλή της φωτιάς

Σαν ονειρεύσαι τρυπώνω και σου κλέβω το χρώμα
Τον ουρανό που κοιτούσες θα στον κάνω πληγή
Μια σου κουβέντα ακόμα και θα σου ράψω το στόμα
μ’όσα είχες πεί και μ’όσα είχες ορκιστεί
Τα είδαμε όλα όλα κι έναν αδερφό μας στο χώμα
που τον ξεχάσαν όσοι βρέθηκαν εδώ περαστικοί
Τι θα βγεί, θα κάτσω μέχρι το γιόμα
και την κατάρα στέλνω πίσω στην καμμένη γη

Σαν ονειρεύεσαι παίρνω εφιάλτη χρώμα
και σέρνομαι στου χρόνου το δώμα
Ακούω βουλωμένο στόμα, ακόμα τόση βρώμα
Σώμα άρρωστο και πονεμένο
κανακάρη γέννησες μαγεμένο
Κι επιμένω μέχρι του νού μου το γιόμα
να πιστεύω μόνο το δικό σου στόμα

Σαν ονειρεύσαι τρυπώνω και σου κλέβω το χρώμα
Τον ουρανό που κοιτούσες θα στον κάνω πληγή
Μια σου κουβέντα ακόμα και θα σου ράψω το στόμα
μ’όσα είχες πεί και μ’όσα είχες ορκιστεί
Τα είδαμε όλα όλα κι έναν αδερφό μας στο χώμα
που τον ξεχάσαν όσοι βρέθηκαν εδώ περαστικοί
Τι θα βγεί, θα κάτσω μέχρι το γιόμα
και την κατάρα στέλνω πίσω στην καμμένη γη
Этот текст прочитали 616 раз.