Αργύρης Μπακιρτζής - Ἡ ἀπαλλαγή Тексты

Ο δικαστὴς μ᾿ ἀπάλλαξε, λόγῳ ἀμφιβολίας,
ὅτι ἐγὼ τὴν ἔσπρωξα τὴν τρυφερὴ Γεωργία.

Καὶ τὸ κεφάλι χτύπησε, τὴ σύντριψε ὁ πόνος
κι ἀπ᾿ τὰ πολλὰ τὰ αἵματα μ᾿ ἔπιασε μέγας φόβος.

Λέω τοῦ Θανάση γρήγορα, Θανάση, βγέκα ὄξω
γιατὶ τὴ Γεωργούλα μας τὴν τρώει ὁ Κάτω Κόσμος.

Βγαίνει ὁ Θανάσης σὰν ἀητός, στὴν ἀγκαλιὰ τὴν παίρνει,
καὶ τὰ φτερά του ἄνοιξε, στὴ χώρα τήνε φέρνει.

Κι ἕνας χασάπης, τι γιατρός, φωτιὰ νὰ τόνε κάωει,
τὴν ἔραψε σὰν νά ῾τανε ἄχυρο σὲ τσουβάλι.

Μὰ ὁ Καϊμακλιώτης Καλαβᾶς μ᾿ ἕναν ἐκ Γερμανίας
τὴν κέντησαν σὰν νά ῾τανε τσεβρὲς ἀπ᾿ τὴν Περσία,
τὴ φρόντισαν σὰν νά ῾τανε φορτίο ἀπ᾿ τὴν Περσία.

Κι ὅταν χαθοῦν μὲ τὸν καιρὸ πόνοι, καημοὶ καὶ πάθος,
θὰ μείνει, Γεωργούλα μου, ἡ πτήση σου στὸ χάος.
Этот текст прочитали 305 раз.