Αργύρης Μπακιρτζής - Ἡ Νεκρανάσταση τοῦ Ἀλῆ Тексты

Ὁ Ἀλής1, τ᾿ ἀσλάνι2 τοῦ Θεοῦ, προτοῦ πεθάνει
κάλεσε τὰ παιδιὰ τοῦ στὸ ντιβάνι
τὸν Χουσεῒν3 μαζί με τὸ Χασάνη4
κι εἶπε τὸ τελευταῖο του φιρμάνι:

Τὴ Ζουλφικὰρ προσέχτε τὸ σπαθί μου
νὰ μπεῖ στὴν κάσα μου καὶ πάρτε τὴν εὐχή μου.
Κι ἀφῆστε με μονάχο στὸ πατάρι
ποὺ θά ῾ρθει ἕνας φακίρης νὰ μὲ πάρει.

Τ᾿ ἀγόρια τὸν βολέψαν καὶ κρυφτῆκαν
νὰ δοῦνε ποιὸς θὰ ῾ρχότανε σκεφτῆκαν.
Μὰ ὁ ξένος εἶχε πρόσωπο κρυμμένο,
μὲ πέπλο μυστηρίου σκεπασμένο.

Τ᾿ ἀγόρια τὶς γκαμῆλες πλησιάζουν
ποὺ κουβαλοῦσαν τὸν Ἀλῆ κι ἁρπάζουν
τὸν πέπλο τοῦ φακίρη. Τότε ἐφάνη
ὁ ἴδιος ὁ Ἀλῆς, τοῦ Θεοῦ τ᾿ ἀσλάνι.

Κι ἔφυγε μέσ᾿ στὴν ἔρημο, ἐκεῖ πέρα,
μὰ θὰ ξαναγυρίσει κάποια μέρα
ὁ Ἀλῆς θανάτῳ θάνατον πατήσας,
λιοντάρι τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ψυχῆς σας.
Этот текст прочитали 309 раз.