Σιδερόπορτα και τρίζει
πίσω το μωρό σαστίζει
στο καπνό η άσπρη σκόνη
ένα γίνεσαι μ’ αερικό
Το δεξί μια σημαδούρα
στ’ άλλο σφίγγεις τη χαρτούρα
πάει διακόσια κι αν γουστάρεις
κοίτα πίσω πόσοι ακολουθούν
Άργησα να καταλάβω, άργησα να δω
πως στέκεσαι Μάρνης και 3ης.
Κόλλησαν κι αναβοσβήνουν
κείνα τα χλωμά φωτάκια
ο γιακάς σου στον αέρα
ένα γίνεσαι μ’ αερικό
Στη γωνιά σου σημαδούρα
μέσα στο μπουφάν σου σβούρα
πάει διακόσια κι αν γουστάρεις
κοίτα πίσω σου το συρφετό
Άργησα να καταλάβω, άργησα να δω
πως στέκεσαι Μάρνης και 3ης
Άργησα να καταλάβω, άργησα
εδώ βαφτίζεσαι Χριστός και χρήστης
Δυο φεγγάρια στη βιτρίνα
κι είσαι συ ένα από κείνα
Θάλασσες από ασήμια
μέταλλα σκληρά συντρίμμια
Κύριος της σιωπής σου
μοιάζει νάναι τούτος ο θυμός
Δυο θαλασσινοί φεγγίτες
μανιτάρια σταλακτίτες
και στο βάθος τους το βλέμμα
μάτια μου δεν έχεις γυρισμό
Σέρνεται γυμνή μια λάμψη
τη ζωούλα σου ν’ αρπάξει
πως ματώνεσαι πως πέφτεις
μάτια μου δεν έχεις γυρισμό
Τούτοι δω οι μετανάστες
ξέφυγαν από τους χάρτες
έτσι για να σε πληρώσουν
μάτια μου δεν έχεις γυρισμό
Αργησα να καταλάβω, άργησα να δω
πως στέκεσαι Μάρνης και 3ης
Αργησα να καταλάβω, άργησα
εδώ βαφτίζεσαι Χριστός και χρήστης
Δυο φεγγάρια στη βιτρίνα
κι είσαι συ ένα από κείνα
Этот текст прочитали 252 раз.