Άγνωστος - H αυγή και συ ξυπόλητες Тексты

Χυμάει το καλοκαίρι απ’ τους φωταγωγούς με τα μαλλιά του φλόγες
τις μέσα φλόγες πολεμούν
ξεριζωμένες θύελλες απ’ άγνωστες πηγές εσύ
μού ’δειχνες τον ευκάλυπτο πράσινο γένι ανέμιζε
με τα τζιτζίκια του Ιλισού σκαρφαλωμένα στ’ όνειρο
κι έτριζε στο λαρύγγι τους το αίμα της φωτιάς.
Βαθύ ποτάμι ο άνεμος σε διάφανο κισσό μας παίρνει
εσένα ανέμη της σιωπής –
ξετύλιξες τα ρίγη μου στο στρόβιλο των ήλιων.
Κι ορμάει με τα χαράματα κόκκινος ταύρος έρωτας
τα φώτα κατασπάραζε
άλλο θηρίο ο θάνατος βγάζει μελάνι απ’ τις μύτες.
Τότε ο μαύρος ασκητής με τον καπνό
ανέβαινε
ασώματος χωρίς χυμούς τον θέλει η βίβλος τ’ ουρανού.
Μια πεταλούδα να ’μουνα! Έλεγες στο νερόλακκο
βλέποντας μέσα το παιδί με το καράβι του πνιγμένο…
Τρέξαν τα μάτια σου πουλιά στα βράχια της Ακρόπολης
κι οι Παρθενώνες μέσα σου λιώσαν το χρόνο σ’ όνειρο.
Μη μου μοιράσεις άλλη νύχτα.
Κοιτάζω πίσω απ’ τα μαλλιά σου βλέπω
το πρόσωπό σου βροχερό σ’ ένα πικρό φθινόπωρο.
Πώς τρέμεις
που κρούει αόρατος σεισμός την καταιγίδα∙ να ’μαι
στο φύλλωμά της πίνω δηλητήρια —
ένα σκουλήκι σκοτεινό οραματίζομαι το φως.
Этот текст прочитали 65 раз.