Του παγωτατζή το καροτσάκι στο σοκάκι
μέσα στο χρυσό λιοπύρι του φτωχού το πανηγύρι,
μέσα στο χρυσό λιοπύρι του φτωχού το πανηγύρι.
Τρέχουν τα μικρά τ’ αγόρια σαν κοκόρια
και πιο πέρα τα κοράσια σαν ζουμπούλια, σαν κεράσια.
Ένα παγωτό χωνάκι κρέμα, φράουλα, σοκολάτα
δρόσιζε όλο το δρομάκι, τι `ν’ τα νιάτα, τι `ν’ τα νιάτα.
Μια καρδιά γαρουφαλιά μοναχά δεν τη δροσίζει
καίγεται στη σιγαλιά ρουμπινιά φωτιά και τρίζει,
καίγεται στη σιγαλιά ρουμπινιά φωτιά και τρίζει.
Του παγωτατζή το καροτσάκι στο σοκάκι
μια λευκή εκκλησούλα καμωμένη από δροσούλα,
μια λευκή εκκλησούλα καμωμένη από δροσούλα.
Είναι το μικρό χωνάκι σαν κεράκι,
λίγο λίγο λιώνει, σβήνει, του καημού συχώριο δίνει.
Ένα παγωτό χωνάκι κρέμα, φράουλα, σοκολάτα
δρόσιζε όλο το δρομάκι, τι `ν’ τα νιάτα, τι `ν’ τα νιάτα.
Μια καρδιά γαρουφαλιά μοναχά δεν τη δροσίζει
καίγεται στη σιγαλιά ρουμπινιά φωτιά και τρίζει,
καίγεται στη σιγαλιά ρουμπινιά φωτιά και τρίζει.