Ρόδες - Οι καρβουνιάρηδες Şarkı Sözleri

Άγονες μέρες, δεν πιάνει η μαγεία,
πετάνε βλαστάρια, σκόρπια κρυμμένα,
με σπλάχνα που καίνε κάρβουνα αναμμένα,
σιγά - σιγά, δουλειά χωρίς αργία,
σαν να κουράστηκε το μεσημέρι,
πέφτει βαρύ το καλοκαίρι,
αφήνει τόπο στην βροχή
για να 'ρθει η νέα εποχή,
το κυπαρίσσι είναι ψηλό και την ελιά έχει ταίρι,
μα ειναι οι καρβουνιαρηδες που κανουν την αρχη,
άλλοι έχουν την αφέλεια κι άλλοι την πολυτέλεια,
άλλοι τον χρόνο τους μαζεύουν και άλλοι τα λεφτά τους,
ο άντρας είναι τυχερός που είναι η γυναίκα τέλεια,
μα είναι οι καρβουνιάρηδες που θρέφουν τη φωτιά τους.
Άπονες μέρες περνούν όπως πάντα,
τους κάνω σινιάλο και αλάθητα σφάλλω,
του κόσμου τ’ ασυνείδητο στο μέτωπο προβάλλω,
δουλειά, δουλειά, δουλειά χωρίς καβάτζα,
σαν να κουράστηκε το μεσημέρι,
πέφτει βαρύ το καλοκαίρι,
αφήνει τόπο στην βροχή
για να’ ρθει η νέα εποχή
το κυπαρίσσι είναι ψηλό και την ελιά έχει ταίρι,
μα ειναι οι καρβουνιαρηδες που κανουν την αρχη,
όλοι έρχονται απρόσκλητοι και φεύγουνε μοιραία,
άλλοι τον χρόνο τους μαζεύουν κι άλλοι τα λεφτά τους,
ο άντρας είναι όμορφος η γυναίκα ωραία,
μα είναι οι καρβουνιάρηδες που θρέφουν τη φωτιά τους,
κάτι, εκεί, μέσ’ στην ψυχή μου, το εξωπραγματικό,
σήματα καπνού η φωνή μου σε νησί ακατοίκητο,
νιώθω κάτι το διαφορετικό να με πνίγει,
ακατανίκητο παραμιλητό με πιάνει,
ψήνομαι στον πυρετό, λιώνω από τον πυρετό,
πάλι με πιάνει από το λαιμό,
να πάρω ανάσα πάλι δεν μπορώ,
ψυχαναγκάζομαι να μπω μέσ’ στο χορό,
τον κακό μου τον καιρό, χωρίς αγάπη και νερό,
σαν τον τρελό, το ριζικό μου πυρπολώ,
επιστρέφω με λιγότερα κλισέ μέσα στην τσέπη,
από ποτέ, από την χώρα του ποτέ - ποτέ,
εξόριστος κι αγνώριστος κι ανόητος,
ex ray, ωωωω, σας χαιρετώ, ετεροχρονισμένα μα σας χαιρετώ,
βάζω φωτιά στα σύμβολά μας που ζωγράφισα
κι είν’ αρκετό για να χαθώ από το κάδρο το παλιό, να ρετουσαριστώ,
όμως, αυτός δεν είμ’ εγώ,
εγώ 'μαι εδώ και κυνηγώ το αντίγραφό μου το ναρκισσιστικό,
μέχρι να το δω νεκρό.
Bu şarkı sözü 115 kere okundu.