Μας περιμένουν
οι ομορφιές του
κόσμου τούτου
σαν τις πληγές που
ξανανοίγουν κρυφά
κάτω από ρούχα καινούργια.
Εσύ οδηγάς
εγώ ταξιδεύω
ξέρω τι κάνω,
ποιόν κοροϊδεύω;
Σα ν’ ανοίγω φτερά
κάτω από ρούχα βαριά.
Πηγαίνω με χίλια
χιλιόμετρα ή μίλια
δε βλέπω καλά.
Πόσοι τρόποι υπάρχουν
για να δεις την πραγματικότητα;
Πόσοι ανθρώποι να χωρέσουν σε μια;
Δε θέλω να ξέρω
τι θα `ρθει μετά.
Έχω μισό,
θέλω διπλά
μα είναι αργά,
είναι αργά.
Έχεις δροσιά
κι έχω φωτιά
Δεν είν’ αργά,
δεν είν’ αργά.
Πού να πηγαίνουν
όλοι το ίδιο;
Άλλοι πεθαίνουν,
άλλοι ζούνε και λίγο.
Για ν’ ανοίξουν φτερά
δεν είν’ αργά
δεν είν’ αργά,
δεν είν’ αργά...