Μια κοπελιά, ο νους πού να το βάλει,
τον άντρα της τον έπιασε με άλλη,
ήτανε για να πέσει να πεθάνει,
ξέχασε, αυτή, τα τόσα που `χε κάνει,
ξέχασε, αυτή, τα τόσα που `χε κάνει,
ήτανε για να πέσει να πεθάνει.
Ξέχασε τότε που `παιζε με όλους,
που `κρυβε μες στα στήθια της διαβόλους,
τότε που οι άντρες έκλαιγαν μπροστά της,
κι αυτή γελούσε, λες, με την καρδιά της,
κι αυτή γελούσε, λες, με την καρδιά της,
τότε που οι άντρες έκλαιγαν μπροστά της.
Κόρη μην κάνεις έτσι, σε καλό σου,
ήταν καιρός, να βρεις το δάσκαλό σου,
γιατί, μαθές, αυτό είναι και το δίκιο,
να πληρωθείς, το δάκρυ το αντρίκειο,
να πληρωθείς, το δάκρυ το αντρίκειο,
γιατί, μαθές, αυτό είναι και το δίκιο.
Μια κοπελιά, ο νους πού να το βάλει,
τον άντρα της τον έπιασε με άλλη,
ήτανε για να πέσει να πεθάνει,
ξέχασε, αυτή, τα τόσα που `χε κάνει,
ξέχασε, αυτή, τα τόσα που `χε κάνει,
μια κοπελιά, ο νους πού να το βάνει.