Μια χανούμισσα μικρή,
κόρη παραχαϊδεμένη,
στα μετάξια, στα χρυσά,
ήτανε τριγυρισμένη.
Τη φωνάζανε Γκιουζέλ,
είχε πρόσωπο φεγγάρι,
ένα στόμα για φιλιά,
σώμα λυγερό και χάρη.
Τι κι αν είχε όλα αυτά,
ζούσε πάντα λυπημένη,
στα καφάσια τα κλειστά,
ήταν αιχμαλωτισμένη.