Το `ξερα πως θα με ψάχνεις μες τα χρόνια,
το `ξερα πως θα βρεθούμε ξαφνικά.
Με το πρόσωπο σου σκαλισμένο
απ’ του χρόνου τη βαθιά τη χαρακιά.
Θα μου λες για θησαυρούς
και για όνειρα χαμένα
και πως έταξες σε `μένα
την πιστή σου την καρδιά.
Πρώτη μέρα μου `χες πάρει τη φωτιά μου
άρπαξε όλος ο κόσμος πυρκαγιά.
Τώρα γέρνεις σαν πουλί στην αγκαλιά μου
κι απ’ το χρόνο ψάχνεις να `βρεις γιατρειά.
Θα μου λες για θησαυρούς
και για όνειρα χαμένα
και πως έταξες σε `μένα
την πιστή σου την καρδιά.
Αμάν, αμάν,
καρδιά μου τα παράπονα
σε ποιον να τα βασίσεις.