Στο παράθυρο μόνη,
ξημερώνει νυχτώνει,
να κοιτώ τους διαβάτες
που περνούν βιαστικοί.
Και οι μέρες περνάνε,
τάχα τι μέρα να ’ναι;
Αν χτυπήσουν καμπάνες,
τότε θα ’ν’ Κυριακή.
Στο παράθυρο μόνη,
ξημερώνει νυχτώνει.
Στο παράθυρο μόνη
περιμένω να ’ρθεις.
Το τηλέφωνο ακούω
που χτυπάει στο βάθος.
Θα ’ναι κάποιος που λάθος
έχει πάρει γραμμή.
Τρυφερά το σηκώνω
με μια ελπίδα και μόνο
μήπως μοιάζει η φωνή του
στη δική σου φωνή.
Στο παράθυρο μόνη,
ξημερώνει νυχτώνει.
Στο παράθυρο μόνη
περιμένω να ’ρθεις.
Επιτάφιος περνάει,
Πάσχα έρχεται πάλι.
Πώς πέρνανε τα χρόνια
στο παράθυρο εκεί!
Στο πορτρέτο σου πλάι
ένα ρόδο αφήνω.
Το παράθυρο κλείνω,
καληνύχτα ζωή!