Η πόλη μας το βράδυ του Σαββάτου αλλάζει όψη
τρελαίνει και τρελαίνεται σε κάθε εποχή
Τα φώτα που ανάβουνε στων καραβιών την πλώρη
λιμάνι μιας αλλόκοτης ‘βδομάδας διαδρομή
Κι είναι συνήθεια παλιά, το Σάββατο στη πόλη
κάθε κατεργάρη νοικοκύρη συνταγή
Tο κόβε ράβε ξήλωνε, το κλέψιμο ή το ζόρι
να δίνουνε τη θέση τους στης πόλης τη γιορτή
Απλοί κι ανυποψίαστοι στα σπίτια και στους δρόμους
σε έρωτες εφήμερους και σε φτηνό αλκοόλ
Πως αύριο είναι Κυριακή, μια μέρα που σκοτώνει
κανένας δεν το σκέφτεται στης μέθης το ρυθμό
Κι είναι συνήθεια παλιά, το Σάββατο στη πόλη
κάθε κατεργάρη νοικοκύρη συνταγή
Tο κόβε ράβε ξήλωνε, το κλέψιμο ή το ζόρι
να δίνουνε τη θέση τους στης πόλης τη γιορτή
Και να που το δικαίωμα στο όνειρο τελειώνει
Γυρίζουνε οι σκέψεις στης Δευτέρας τον τροχό
Και να που η πολιτεία μας αλλάζει πάλι όψη
και στης ισορροπίας της γυρίζει το σκοπό
Κι είναι συνήθεια παλιά, το Σάββατο στη πόλη
κάθε κατεργάρη νοικοκύρη συνταγή
Tο κόβε ράβε ξήλωνε, το κλέψιμο ή το ζόρι
να δίνουνε τη θέση τους στης πόλης τη γιορτή