Και σταθήκαμε πάλι μόνοι ξυπνώντας από ύπνο πεινασμένο
και περπατήσαμε μαζί σε πεδιάδα άγνωστη
Γίναμε τότε σκιές που χάθηκαν στους δρόμους μιας πόλης
Ακούγοντας τους ωκεανούς της νύχτας να λυσσομανούν
οι σκέψεις και οι καρδιές μας γίνανε ένα, γίνανε ένα
Και σταθήκαμε πάλι μόνοι μιλώντας με χρώματα μια γλώσσα ξεχασμένη
και τότε ξάπλωσα δίπλα σου να περιμένω μαζί σου το πρωί
Κι ήμασταν οι πρώτοι εμείς που κατάφεραν να ξεφύγουν
Ακούγοντας τους ωκεανούς της νύχτας να λυσσομανούν
οι σκέψεις και οι καρδιές μας γίνανε ένα, γίνανε ένα