Λύσε τα μα λύσε τα μαύρα σου μαλλιά
αύρα γλυκιά σ’ ακροθαλάσσι,
είσαι δικιά είσαι δικιά μου Παναγιά
ταξίδεψέ με κι όπου φτάσει.
Με της αγά με της αγάπης τα πουλιά
μαλαματένιες βέρες,
έφερες φως, έφερες φως μου ξαστεριά,
αλκυονίδες μέρες.
Κι αν λόγω υπερβολικής λατρείας
με συλλάβει η τροχαία,
μαζί μου να, να, να `στε επιεικής,
αθώος, κύριε εισαγγελέα.
Στα όνειρα, στα όνειρά σου ναυαγός,
αλλιώτικος και άγραφτός μου νόμος,
όλοι στα δύ όλοι στα δύσκολα καπνός,
φανατικός και της καρδούλας σου λοστρόμος.
Εν εξελί εν εξελίξει πυρκαγιά
είν’ η ματιά σου και δε σβήνει,
έχει τυλί έχει τυλίξει τα παλιά
κι ούτε σκιά δε θ’ απομείνει.
Κι αν λόγω υπερβολικής λατρείας
με συλλάβει η τροχαία,
μαζί μου να, να, να `στε επιεικής,
αθώος, κύριε εισαγγελέα.
Στην κολυμπή στην κολυμπήθρα σου θα μπω
σαν το μωρό, μη σου φανεί αστείο,
την κάθε πί την κάθε πίκρα σου θα πιω
κι αν με δικάσουνε θα πάω εφετείο.
Με της αγά με της αγάπης τα πουλιά
μαλαματένιες βέρες,
έφερες φως, έφερες φως μου ξαστεριά,
αλκυονίδες μέρες.
Κι αν λόγω υπερβολικής λατρείας
με συλλάβει η τροχαία,
μαζί μου να, να, να `στε επιεικής,
αθώος, κύριε εισαγγελέα.