Πήγε στο σπίτι το παλιό
που είχε εγκαταλείψει.
Απ'όσα κι αν εγνώρισε
η μάνα τού'χε λείψει.
Την βρήκε μόνη στη γωνιά
φεγγάρι που διαβαίνει.
Στην μοναξιά της την στερνή
τον πόνο της να υφαίνει.
Πέτα πουλί μου πέταξε
μικρό χελιδονάκι
που μ'άφησες στης μοναξιάς
το άδειο μπαλκονάκι.
Πέτα πουλί μου πέταξε
μικρό μου αηδονάκι
που μ'άφησες να καρτερώ
στου πόνου το σαράκι.
Σα να μην πέρασε ο καιρός
σφιχτά τον αγκαλιάζει
κι απο τη μαύρη φυλακή
μ'ένα φιλί τον βγάζει.
Το παραθύρι του ανοιχτό
γαρύφαλλα στολίζουν.
Κάθε αυγή τα πότιζε με δάκρυα
να ανθίζουν.
Πέτα πουλί μου πέταξε
μικρό χελιδονάκι
που μ'άφησες στης μοναξιάς
το άδειο μπαλκονάκι.
Πέτα πουλί μου πέταξε
μικρό μου αηδονάκι
που μ'άφησες να καρτερώ
στου πόνου το σαράκι.