Τείχη υψώναμε στην πόλη
οχυρώναμε την πόλη...
Σε μια βραδιά έτσι ξαφνικά γίνανε χαλάσματα
ποιος τους έδειξε άραγε τα μυστικά περάσματα;
Σαν μπόρα καλοκαιρινή
μπήκαν μέσα οι εχθροί
τους ίδιους άρχοντες και πάλι
μας φορτώσαν στο κεφάλι.
Συνωμοσία ή σύμπτωση; Η ιστορία θα μας πει.
Σαν αλλόκοτοι πιγκουίνοι
με στριγκάκι και μπικίνι
μες` το καταχείμωνο σαν γκέισες με κιμονό
την καμπάνα του Βοριά δεν την ακούν όταν χτυπά.
Είναι η ψυχή τους πάρκινγκ
της Φυλής και της Συγγρού
μόνιμα εξοστρακισμένη απ’ τα τραγούδια του λαού.
Τα μελλοντικά μας τείχη είναι του λαού οι στίχοι.