Είχε πάει έξι το πρωί
σ’ένα μπαρ καθόσουν μοναχή
μ’ένα βλέμμα που μισούσε
τον αλήτη που αγαπούσε
μα στη κάπνα είχε βυθιστεί
Ρώτησα έναν τύπο τι ζητάς
άσ’το φίλε είπε μη ρωτάς
κάθε βράδυ είναι έτσι
με αλήτες τα’χει μπλέξει
δεν είναι αυτή φίλε για μας
Πού να ήξερε πως για μένα ξενυχτάει
πού να ήξερε πως για μένανε πονάει
πού να ήξερε πως αυτή μ’είχε πιστέψει
και την έχω καταστρέψει πού να ήξερε
ο αλήτης που αγαπάει είμαι εγώ πού να ήξερε
Ντράπηκα στα μάτια να τον δω
κι όλη την αλήθεια να του πω
ότι είσαι μια κυρία που μου έδωσε αξία
κι ο αλήτης είμαι μόνο εγώ
Ρώτησα αν κάποιον αγαπάς
άσ’το φίλε είπε μη ρωτάς
ήδη έχουμε αργήσει και το μαγαζί θα κλείσει
από μια του δρόμου τι ζητάς
Πού να ήξερε πως για μένα ξενυχτάει
πού να ήξερε πως για μένανε πονάει
πού να ήξερε πως αυτή μ’είχε πιστέψει
και την έχω καταστρέψει πού να ήξερε
ο αλήτης που αγαπάει είμαι εγώ πού να ήξερε