Δώδεκα τα μεσάνυχτα κι ακόμα περιμένω,
δώδεκα τα μεσάνυχτα κι εγώ βαριανασαίνω,
γέμισε το δωμάτιο από καπνό και στάχτη
κι εγώ μετρώ στα δάχτυλα τις μέρες που `χες τάξει.
Δευτέρα είπες πως θα `ρθείς, Τρίτη πως θα περάσεις,
Τετάρτη, Πέμπτη, χάθηκες, Παρασκευή ξεχάστηκες,
Σάββατο και την Κυριακή μου τάζεις πάλι από την αρχή.
Σαν προσευχή αμαρτωλή φωνάζω τ’ όνομά σου,
μέ δάκριά μου κέντησα στο χέρι τ’ αρχικά σου,
γέμισε το δωμάτιο από καπνό και στάχτη
κι εγώ μετρώ στα δάχτυλα τις μέρες που `χες τάξει.
Δευτέρα είπες πως θα `ρθείς, Τρίτη πως θα περάσεις,
Τετάρτη, Πέμπτη, χάθηκες, Παρασκευή ξεχάστηκες,
Σάββατο και την Κυριακή μου τάζεις πάλι από την αρχή.