Χαράματα με βρίσκουν πάλι εδώ
τον ίδιο αριθμό να σχηματίζω.
Μ’ έναν κόμπο στο λαιμό
μιλάω στ’ ακουστικό
και μια φωτογραφία σου αγγίζω.
Κι εσύ μακριά, σ’ άλλη πλευρά
πως όλα είναι εντάξει προσποιείσαι·
και έτσι απλά, τηλεφωνικά
τα νέα της δουλειάς σου αφηγείσαι.
Για πες μου τι στ’ αλήθεια άλλαξε
κι ακούγεται αλλιώτικη η φωνή σου.
Για πες μου τι στ’ αλήθεια έφταιξε
και λείπω απ’ τις συνήθειες της ζωής σου.
Μα τώρα που τα νεύρα πια περάσανε
και βρήκαμε το χρόνο να σκεφτούμε,
για πες μου αν αξίζει εκεί που φτάσαμε
παράλληλες ζωές εμείς να ζούμε.
Ξημέρωσε, κι εγώ ακόμα εδώ
στους τοίχους τα παράπονά μου λέω.
Μ’ εξαντλημένο μυαλό
κι ένα μπουκάλι αδειανό,
άραγε γιατί ακόμα κλαίω;
Κι εσύ μακριά, σ’ άλλη τροχιά
τον πληγωμένο εγωισμό σου ζωντανεύεις·
μα τελικά ξέρεις καλά:
δεν είν’ απλό τις αναμνήσεις να παλεύεις.