Χρήστος Θηβαίος - Κι όλο ρωτούσαν Lyrics

Στο δοκάρι η σημαία και οι στάχτες ρωτούσαν,
ρωτούσαν συνεχεία τι ήτανε πριν.
Ρωτούσαν τη θάλασσα που όλο κοιτούσε,
κοιτούσε συνέχεια στο θλιμμένο βουνό.
Κι εκείνο ρωτούσε που ανήκουν οι πέτρες
κι αν δεν είναι δικές του, γιατί είναι μαζί.
Και οι πέτρες ρωτούσαν τη φωτιά που φυλούσαν,
όταν σβήνει, που πάει σαν τελειώνει η γιορτή.
Μιλούσαν, ρωτούσαν μα δεν απαντούσαν
και οι μέρες κυλούσαν με το ίδιο γιατί…
Στάχτες, θάλασσα, βουνό, ψάχνουνε το μυστικό
που όλο τρέχει να κρυφτεί, στης ματιάς τους την ακτή.
Και η στάχτη κοιτούσε τον καπνό που πετούσε,
από μέσα της βγήκε, μα που ήτανε πριν.
Και ο καπνός μ’ απορία στον αέρα ζητούσε,
να του πει αν αδέρφια είναι ή εχθροί.
Τους ψιθύρους άκουσαν πιο πέρα οι άνθρωποι
κι όλο κοιτούσαν τον μεγάλο ουρανό.
Κι από πίσω ο θεός, μοναχός τους κοιτούσε,
τους ανθρώπους ρωτούσε πως βρέθηκαν εδώ.
Μιλούσαν, ρωτούσαν μα δεν απαντούσαν
Και οι μέρες κυλούσαν με το ίδιο γιατί…
Πέτρες, φλόγα και καπνός, των ανθρώπων ο καημός
κι είναι ο χρόνος οδηγός, μες τις λέξεις ναυαγός.
This lyrics has been read 144 times.