Οι καταιγίδες με αγαπούν,
με βοηθάνε να σταθώ και να σωθώ
απ’ τη νωθρή γαλήνη του καιρού
που με ρουφάει και με κρατάει υπνωτισμένο αιχμάλωτο
Οι νύχτες μου χαμογελούν,
ποτίζουν με αίμα τον γλυκό μου πυρετό
και οι μέρες όλες με καλούν μέσα απ’ το στόμα τους να πιω
τον μυρωμένο τους αφρό, κι όμως εγώ
Διψάω σαν ψάρι στο βυθό
κι ασφυκτιώ,
κι ασφυκτιώ σαν συννεφάκι
μέσα στον καθαρό ουρανό
Διψάω σαν ψάρι στο βυθό
κι ασφυκτιώ,
κι ασφυκτιώ σαν συννεφάκι
μέσα στον καθαρό ουρανό
Κι όμως εγώ
Διψάω σαν ψάρι στο βυθό
κι ασφυκτιώ,
κι ασφυκτιώ σαν συννεφάκι
μέσα στον καθαρό ουρανό
Διψάω σαν ψάρι στο βυθό
κι ασφυκτιώ,
κι ασφυκτιώ σαν συννεφάκι
μέσα στον καθαρό ουρανό