Το φωτισμένο παραθύρι σου κοιτώ
γέρνει η σκιά σου κι αγκαλιάζει κάποια άλλη
φεύγ’ η ψυχή μου και στα δόντια την κρατώ
αυτή τη νύχτα του θανάτου, πού θα βγάλει
Ας είχα την καρδιά να το λησμόναγα
ας ήμουν δυνατός να συγχωρήσω
να σ’άγγιζα ξανά και να μην πόναγα
μαζί σου την ζωή να ξαναρχίσω
Κάτι σου λέει και γελάς και τον φιλάς
κι ύστερα ρίχνεσαι ξανά στην αγκαλιά του
σαν το ποτάμι μες στο αίμα του κυλάς
πού θα με βγάλει αυτή η νύχτα του θανάτου